Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε το απόγευμα της Τρίτης, 8 Ιουνίου, στο ψηφιακό συνέδριο «Beyond the Pandemic: A Radical New Approach to Health Security», το οποίο συνδιοργάνωσαν το ινστιτούτο γεωπολιτικών αναλύσεων Eurasia Group και η οργάνωση Flagship Pioneering.

Ο Πρωθυπουργός συνομίλησε αρχικά με τη συντονίστρια, δημοσιογράφο του CNBC, Meg Tirrell, και στη συνέχεια είχε συζήτηση με τον Πρόεδρο της Moderna, Noubar Afeyan και τον Πρόεδρο του Eurasia Group, Ian Bremmer.

Ακολουθούν οι παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού σε ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά

Meg Tirrell: Καταρχάς, κ. Πρωθυπουργέ, τον Απρίλιο του 2020 δημοσιεύτηκε άρθρο στην εφημερίδα New York Times, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, κατάφερε να αποφύγει όλα τα καταστροφικά σενάρια που εκτυλίσσονταν στην Ιταλία, την Ισπανία και αργότερα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σε τι αποδίδετε την επιτυχία στη διαχείριση της πανδημίας αλλά και την αύξηση (στα κρούσματα) που ήρθε αργότερα στην Ελλάδα;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Δεν ήταν πυρηνική φυσική. Ακούσαμε τους επιστήμονες. Λάβαμε νωρίς τις αποφάσεις. Κλείσαμε τη χώρα νωρίτερα ίσως σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Και ένας από τους λόγους για τους οποίους έπρεπε να λάβω την απόφαση αυτή ήταν το γεγονός ότι παρότι είχαμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, αυτό ήταν υποχρηματοδοτημένο μετά από 10 χρόνια κρίσης. Επομένως ήξερα πως οι δυνατότητές μας να αντιμετωπίσουμε την πανδημία ήταν σχετικά περιορισμένες.

Όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας είχαμε 600 κλίνες ΜΕΘ για ολόκληρη την χώρα, για έναν πληθυσμό 10 εκατομμυρίων κατοίκων. Γνωρίζαμε ότι αυτές οι κλίνες δεν ήταν επαρκείς. Επομένως, χρειαζόμασταν χρόνο. Ουσιαστικά αποφύγαμε εντελώς το πρώτο κύμα. Προφανώς δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε το δεύτερο και το τρίτο αλλά η Ελλάδα, μια χώρα που επλήγη από τη χρηματοπιστωτική κρίση, τα πήγε συνολικά καλύτερα από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, καλύτερα από πλουσιότερες χώρες με καλύτερα οργανωμένα συστήματα υγείας.

Και βεβαίως αξιοποιήσαμε αυτό το χρονικό παράθυρο για να ενισχύσουμε τις βασικές υποδομές του συστήματος. Προσθέσαμε κλίνες ΜΕΘ, τώρα κοντεύουμε στις 1.500 κλίνες, μέσω ενός πολύ επιθετικού επενδυτικού πλάνου. Προσλάβαμε ανθρώπους.

Στην ουσία καταφέραμε να ξεπεράσουμε χρόνιες αδυναμίες του Εθνικού Συστήματος Υγείας για να διασφαλίσουμε ότι θα αντιμετωπίσουμε τον άμεσο κίνδυνο. Τώρα βέβαια -όπως επισημάνατε- η πραγματική πρόκληση είναι το πώς θα χτίσουμε ένα σύστημα περίθαλψης για τον επόμενο αιώνα. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ένα σύστημα με τέσσερις δεκαετίες στην πλάτη του. Είδαμε τα όρια του αλλά επίσης είδαμε τρομερή αποφασιστικότητα και αφοσίωση από τους επαγγελματίες υγείας. Και με αυτή την έννοια, σε κάποια μέτωπα υπερβήκαμε τις προσδοκίες, ενώ σε άλλα μέτωπα ήταν ξεκάθαρο πως θα πρέπει να γίνει πολλή δουλειά και στο μέλλον. Και τελικά θα συμφωνήσω με αυτό που ανέφερε προηγουμένως ο Ian, ότι η πανδημία θα λάβει τέλος κάποια στιγμή, τουλάχιστον στις πιο εύρωστες οικονομικά χώρες.

Υπάρχει μια γενική τάση να ξεχνάμε τα πράγματα που είναι εξαιρετικά επώδυνα. Είναι δική μας υποχρέωση να διασφαλίσουμε πως θα αξιοποιήσουμε τα διδάγματα της πανδημίας για να ενισχύσουμε το εθνικό σύστημα υγείας αλλά και τις πολιτικές υγείας. Πρόκειται για κάτι που η δική μου κυβέρνηση παίρνει πάρα πολύ σοβαρά. Έχουμε σημαντική επιπρόσθετη χρηματοδότηση από την ΕΕ, με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Αλλά νομίζω πως έχουμε και την πολιτική αφοσίωση που απαιτείται για να κάνουμε πράξη αλλαγές σε ζητήματα που ενίοτε είναι πολιτικά ευαίσθητα ή δύσκολα. Ειλικρινά, έχοντας αντιμετωπίσει ό,τι αντιμετωπίσαμε, την τραγική απώλεια ζωών, δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία να μην γίνουν έξυπνες επενδύσεις στο σύστημα υγείας. Δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία και να διασφαλίσουμε πως όταν ανακύψει η επόμενη πανδημία θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι.

Meg Tirrell: Ας μιλήσουμε τώρα για το άνοιγμα. Η πανδημία ήταν μεγάλο πλήγμα για μια χώρα που εξαρτάται τόσο πολύ από τον τουρισμό, περίπου σε ποσοστό της τάξεως του 20%. Τον Μάιο ο Υπουργός Τουρισμού είπε πως η χώρα ανοίγει και πάλι. Πώς σκοπεύετε να ανοίξετε στους επισκέπτες από τον υπόλοιπο κόσμο με ασφαλή τρόπο;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Πρώτα απ’ όλα, το σχέδιό μας είναι να ανοίξουμε με ασφάλεια. Δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο την ασφάλεια των τουριστών. Δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών μας. Ωστόσο, έχουμε στη διάθεσή μας επιπλέον εργαλεία, τα οποία δεν είχαμε πέρυσι. Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα: πέρυσι υποδεχτήκαμε το 25% του ετήσιου αριθμού επισκεπτών στη χώρα μας. Και φυσικά αυτό ήταν πολύ, πολύ οδυνηρό από οικονομική άποψη. Φέτος θα είμαστε σε θέση να χρησιμοποιήσουμε μία ελληνική πρόταση η οποία υιοθετήθηκε από την Ευρώπη, αναφέρομαι στο ψηφιακό πιστοποιητικό Covid, ως εργαλείο για τη διευκόλυνση των ταξιδιών, τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα ένα πιστοποιητικό εμβολιασμού ή πιστοποιητικό ότι ο ταξιδιώτης έχει νοσήσει ή αρνητικό τεστ. Και καταφέραμε να πείσουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση να συμφωνήσει -κάτι που δεν είναι εύκολο όπως γνωρίζετε- ώστε να αναπτύξουμε μέσα σε δύο μήνες αυτό το εργαλείο που είναι εξαιρετικά πολύτιμο για εμάς, καθώς διευκολύνει κατά πολύ τις ζωές μας. Έχουμε, λοιπόν, επιπρόσθετα εργαλεία.

Ήδη από πέρυσι χρησιμοποιήσαμε έναν αλγόριθμο που έκανε χρήση της τεχνολογίας τεχνητής νοημοσύνης και μας βοήθησε στις δυνατότητές μας όσον αφορά τη διενέργεια τεστ, προκειμένου να κάνουμε πιο στοχευμένα τεστ. Φέτος διαθέτουμε, φυσικά, κι ένα ακόμα επιπλέον εργαλείο που η Ελλάδα «ανακάλυψε» -είμαι πάντα πρόθυμος να μοιραστώ εμπειρίες και να ακούσω τι έχουν να πουν άλλοι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων- καθώς τους τελευταίους δύο μήνες χρησιμοποιήσαμε μαζικά αυτοδιαγνωστικά τεστ. Τα διανέμουμε δωρεάν σχεδόν σε όλους και όλοι οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να κάνουν ένα με δύο τεστ την εβδομάδα. Ανοίξαμε τα σχολεία μας χρησιμοποιώντας self-test. Εντοπίσαμε πολλά θετικά ασυμπτωματικά κρούσματα μέσω self-test, τα οποία αργότερα επιβεβαιώθηκαν. Νομίζω ότι ένας από τους λόγους για την πολύ καλή επίδοσή μας το τελευταίο δίμηνο όσον αφορά την βελτίωση των επιδημιολογικών δεικτών έχει επίσης να κάνει με το γεγονός ότι κατανοούμε πολύ καλύτερα πως «κινείται» η ίδια η πανδημία.

Σε κάθε περίπτωση σκοπεύουμε να ανοίξουμε με ασφάλεια. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον, ο κόσμος θέλει να ταξιδέψει, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Όταν ρωτάμε τον κόσμο «Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θέλετε να κάνετε μετά την πανδημία» μας απαντούν πως θέλουν να ταξιδέψουν. Θέλουμε να έρθουν στην Ελλάδα αλλά θέλουμε να είναι ασφαλείς. Έχουμε θέσει σε ισχύ όλα τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Ταυτόχρονα συνεχίζουμε να κάνουμε πολλά τεστ. Και κάναμε επίσης κάτι που πιστεύω είναι ενδιαφέρον: έχουμε επιταχύνει τους εμβολιασμούς στα νησιά μας. Είπαμε ότι θέτουμε τα νησιά μας ως πρώτη προτεραιότητα. Ειδικά στα μικρότερα νησιά μας οι κάτοικοι είναι σχεδόν πλήρως εμβολιασμένοι. Αυτό καθησυχάζει τον κόσμο ότι έρχεται σε ένα σχετικά ασφαλές μέρος. Και αναμένω πως θα σημειωθεί περαιτέρω μείωση στον αριθμό των κρουσμάτων όσο θα αυξάνονται οι εμβολιασμοί.

Όπως γνωρίζετε, η ΕΕ είναι πιθανώς δύο έως τρεις μήνες πίσω σε σχέση με τις ΗΠΑ από την άποψη του ρυθμού εμβολιασμών. Αλλά εμείς στην Ελλάδα εμβολιάζουμε πλέον 100.000 ανθρώπους ανά ημέρα. Αυτό αντιστοιχεί στο 1% του πληθυσμού μας κάθε μέρα. Έτσι κάθε εβδομάδα κάνει τη διαφορά και κάθε μήνας κάνει τεράστια διαφορά. Επομένως, καλύπτουμε την απόσταση πολύ γρήγορα και τον Ιούλιο, τον Αύγουστο, τον Σεπτέμβριο -τους μήνες δηλαδή που αναμένονται οι περισσότερες αφίξεις τουριστών- θα είμαστε σε ακόμα καλύτερη κατάσταση.

Meg Tirrell: Αναφερθήκατε στο πιστοποιητικό εμβολιασμού ή σε ένα αρνητικό τεστ. Πρόκειται για ένα θέμα που προκαλεί έντονες συζητήσεις εδώ στις ΗΠΑ. Ποιός είναι ο βαθμός αποδοχής στην Ελλάδα κοινωνικά και πολιτικά; Υπάρχουν αντιδράσεις για το θέμα ή τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά εδώ στις ΗΠΑ;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Εκτυλίσσεται μία μεγάλη συζήτηση -τώρα αρχίζει στην Ελλάδα- για το εάν οι εμβολιασμένοι θα πρέπει να έχουν ειδικά δικαιώματα ή προνόμια, και πώς αντιμετωπίζουμε τους σκεπτικιστές από πολιτικής αλλά και νομικής άποψης.

Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί, διότι προκειμένου να γίνει αυτή η συζήτηση πρέπει ολόκληρος ο πληθυσμός να έχει πρόσβαση στα εμβόλια. Πιθανότατα θα ανοίξουν για όλες τις ηλικιακές ομάδες, περιλαμβανομένων των πολιτών 18 έως 25 ετών, εντός των επόμενων εβδομάδων.

Όταν όλοι θα έχουν τη δυνατότητα να εμβολιαστούν μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για τη διευκόλυνση όσων έχουν εμβολιαστεί. Αλλά αυτό ουσιαστικά ήδη συμβαίνει όταν ζητάμε από τους πολίτες να κάνουν -παραδείγματος χάρη- αυτοδιαγνωστικό τεστ ή να παρουσιάσουν αποδεικτικό εμβολιασμού. Εάν είσαι εμβολιασμένος, το κάνεις μία και έξω, διαφορετικά θα είναι διαρκώς πολύ σύνθετο να αποδεικνύεις ότι έχεις αρνητικό αποτέλεσμα.

Πιστεύω πάντως ότι η πραγματική πρόκληση δεν αφορά τη διάρκεια του καλοκαιριού, καθότι στην Ελλάδα οι πάντες κινούνται σε ανοιχτούς χώρους το καλοκαίρι. Είναι εξ ορισμού ασφαλέστερο και το καλοκαίρι είναι μια καλύτερη περίοδος από τον χειμώνα. Όταν έρθει ο χειμώνας και αρχίσουμε να μετακινούμαστε σε κλειστούς χώρους, θα πρόκειται για ένα ενδιαφέρον ζήτημα.

Και πιστεύω ότι είναι επίσης ένα ερώτημα που θα το αντιμετωπίσει και η αγορά. Είμαι βέβαιος ότι θα υπάρξουν πολλά εστιατόρια που θα μας πουν «δεχόμαστε μόνο εμβολιασμένους πολίτες» και θα τους δώσουμε το δικαίωμα να το κάνουν. Και οι πολίτες θα συνειδητοποιήσουν ξαφνικά ότι εάν δεν είναι εμβολιασμένοι, ειδικά η νεολαία μας, δεν θα απολαμβάνουν ελευθερίες του ίδιου επιπέδου με τους εμβολιασμένους συνομηλίκους τους.

Φυσικά η πρόκληση αφορά και αυτούς που ανήκουν στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Εξέταζα τα δεδομένα πριν από λίγο, περίπου 360 ασθενείς βρίσκονται σε κλίνες Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, όλοι πλην πέντε είναι μη εμβολιασμένοι. Άρα, είναι ξεκάθαρο τι συμβαίνει.

Πρόκειται για πολίτες που είχαν την ευκαιρία να εμβολιαστούν και επέλεξαν να μην το κάνουν. Δεν είναι μόνο ζήτημα κοινωνικής ευθύνης, οι πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας πρέπει να εμβολιαστούν διότι διατρέχουν κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους, να ασθενήσουν σοβαρά και να πεθάνουν. Πιστεύω ότι προσπαθούμε να θέσουμε αυτό το επιχείρημα με τον πιο πειστικό τρόπο, αλλά σε κάποιο σημείο θα υπάρξει μια διαφοροποίηση ανάμεσα σε αυτούς που έχουν εμβολιαστεί και αυτούς που δεν έχουν εμβολιαστεί. Και εάν δεν είναι κανονιστική διαφοροποίηση, είμαι βέβαιος ότι ο ιδιωτικός τομέας θα προσαρμοστεί σε αυτήν την πραγματικότητα.

Meg Tirrell: Αναφέρατε ότι η ΕΕ βρίσκεται λίγους μήνες πίσω σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο σε ό,τι αφορά τον ρυθμό αξιοποίησης των εμβολίων. Έχετε επικρίνει τον ρυθμό της ΕΕ. Γιατί πιστεύετε ότι υστερεί των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Είμαι βέβαιος ότι ο Noubar έχει την εμπειρία των διαπραγματεύσεων που έγιναν μεταξύ της ΕΕ και μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών. Πράγματι είναι κρίμα ότι βρισκόμαστε πίσω από τον δικό τους ρυθμό. Πέραν αυτού όμως, μιλώντας εκ μέρους μίας μεσαίου μεγέθους ευρωπαϊκής χώρας, είμαι χαρούμενους που η ΕΕ αποφάσισε να αγοράσει εμβόλια συλλογικά και να τα διανείμει αναλογικά με τον πληθυσμό. Δεν θέλω να ανταγωνίζομαι την Γερμανία, την Γαλλία ή την Ιταλία σε έναν αγώνα για εμβόλια.

Επομένως, πιστεύω ότι αυτή ήταν μία σημαντική πολιτική απόφαση που έλαβε η ΕΕ. Και το γεγονός ότι τώρα ασχολούμαστε με τις ενισχυτικές δόσεις, την προμήθεια εμβολίων για το 2022, το 2023 και σταθερά με τη διανομή τους αναλογικά με τον πληθυσμό αποτελεί μία σημαντική επίδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Άρα, ναι, υπήρξαν προβλήματα με τις καθυστερήσεις, γνωρίζετε ότι η ΕΕ δεν είναι πάντοτε ο ταχύτερος υπερεθνικός οργανισμός, όμως πρέπει να συντονίσουμε πολιτικές ανάμεσα σε 27 κράτη-μέλη. Ωστόσο, η απόφαση αυτή καθαυτή ήταν πολύ σημαντική και αναμφίβολα την χαιρετίζω ως αρχηγός της κυβέρνησης μιας ευρωπαϊκής χώρας μεσαίου μεγέθους.

Πιστεύω επίσης ότι υπάρχουν δύο ακόμα ζητήματα, δύο μέτωπα πολιτικής, όπου η ΕΕ είχε καλές επιδόσεις. Για παράδειγμα το ψηφιακό πιστοποιητικό. Κανονικά, προκειμένου να εγκριθεί ένας κανονισμός που ουσιαστικά είναι νομικά δεσμευτικός στην Ευρώπη -ο Ian το γνωρίζει αυτό- απαιτούνται κατά μέσο όρο δύο χρόνια. Εμείς το καταφέραμε σε τρεις μήνες. Άρα, υπήρχε η αίσθηση του επείγοντος.

Και, φυσικά, είναι εξαιρετικό ότι έχουμε κινητοποιήσει σημαντικούς πόρους σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ουσιαστικά κάναμε αυτό που ουδείς πίστευε ότι θα μπορούσε να γίνει: δανειστήκαμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τον Μάρτιο του 2020, μαζί με οκτώ ακόμα αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στείλαμε στον Πρόεδρο του Συμβουλίου μία επιστολή με την οποία του ζητούσαμε να εξετάσει ένα τέτοιο εργαλείο. Τότε ήταν αδιανόητο αλλά έγινε πραγματικότητα. Πρόκειται λοιπόν για ένα σημαντικό βήμα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Η Ελλάδα θα λάβει 32 δισεκατομμύρια ευρώ, 19 εξ αυτών μέσω απευθείας επιχορηγήσεων για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. Έχουμε καταθέσει ένα καλό σχέδιο που εστιάζει σε μεγάλο βαθμό στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην πράσινη μετάβαση. Αυτό είναι πραγματικά σημαντικό, ενώ μας βοηθά πολύ το γεγονός ότι μπορούμε επίσης να κινητοποιήσουμε ιδιωτικά κεφάλαια ώστε να αλλάξουμε πραγματικά την χώρα σε ό,τι αφορά την υλοποίηση ουσιαστικών επενδύσεων, περιλαμβανομένων των κλάδων της περίθαλψης και των ψηφιοποιημένων υπηρεσιών υγείας.

Πολλοί ξαφνιάστηκαν από την ταχύτητα με την οποία προωθήσαμε τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η εκστρατεία εμβολιασμού ήταν απολύτως ψηφιακή. Ήταν μία μεγάλη επιτυχία και οι πολίτες αιφνιδιάστηκαν ευχάριστα από την ικανότητα του ελληνικού κράτους να φέρει σε πέρας μία τόσο σύνθετη διαδικασία. Συνεπώς, η ψηφιοποιημένες υπηρεσίες υγείας και ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελούν μία τεράστια ευκαιρία για μία χώρα όπως η Ελλάδα, μπορούμε μάλιστα να προσπεράσουμε άλλες χώρες εάν κινηθούμε έξυπνα και πλέον έχουμε τους πόρους για να το πράξουμε.

Meg Tirrell: Μία ερώτηση για τον Πρωθυπουργό, και μετά θα ζητήσω την παρέμβαση του Ian, ίσως θέλει να κάνει μια ερώτηση και ο ίδιος. Μιλάμε τώρα για ηγεσία και για την προετοιμασία για πανδημίες. Οι ηγέτες του G7 θα συνεδριάσουν στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτήν την εβδομάδα. Κύριε Πρωθυπουργέ, τι ελπίζετε να ακούσετε από αυτούς όσον αφορά την συνεργασία για την πανδημία;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να πετύχουν οι μικρότερες χώρες όσον αφορά την συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο. Και βεβαίως θα περιμένουμε από τους μεγάλους «παίκτες» να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο. Και πιστεύω ότι η παρατήρηση πως στα πρώτα στάδια (της πανδημίας) υπήρχε ελάχιστος συντονισμός είναι ορθή.
Θυμάμαι πολύ καλά κατά τις πρώτες μέρες της πανδημίας τον αγώνα για να εξασφαλίσουμε εξοπλισμό ατομικής προστασίας. Ήταν ακριβώς όπως στην Άγρια Δύση, όλοι νοιάζονταν μόνο για τον εαυτό τους. Πιστεύω ότι τώρα υπάρχουν κάποια σημαντικά ζητήματα να απαντηθούν: όλοι έχουμε αγοράσει περισσότερα εμβόλια από όσα χρειαζόμαστε ώστε να είμαστε ασφαλείς, τι κάνουμε λοιπόν με το απόθεμα εμβολίων; Πότε θα αρχίσουμε να τα διανέμουμε; Πότε αισθανόμαστε ασφαλείς ώστε να αναλάβουμε τη δέσμευση έναντι των υπόλοιπων χωρών ότι θα τις βοηθήσουμε; Διότι γνωρίζουμε ότι δεν θα είμαστε απολύτως ασφαλείς έως ότου αυτή η ασθένεια αντιμετωπιστεί από όλους. Γιατί και πάλι -δεν είμαι γιατρός- αλλά υποθέτω ότι ο μεγάλος φόβος είναι οι παραλλαγές του ιού, οι μεταλλάξεις, τι θα μπορούσε να συμβεί σε κάποια περιοχή που θα μας ανάγκαζε να ξεκινήσουμε ξανά από το μηδέν. Εμβολιάζουμε ή δεν εμβολιάζουμε τα παιδιά; Είναι αυτά τα εμβόλια πολυτιμότερα, από τη σκοπιά της παγκόσμιας υγείας, εάν προσφερθούν στην Αφρική;
Άρα, αυτά είναι σημαντικά θέματα για τα οποία ασφαλώς θα αναμένουμε και τον ηγετικό ρόλο του G7 στο παγκόσμιο επίπεδο. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, νομίζω ότι παίξαμε τον ρόλο μας, μετά από κάποιες αρχικές καθυστερήσεις. Νομίζω ότι κάναμε καλή δουλειά όσον αφορά την κατανομή των εμβολίων μεταξύ των κρατών-μελών και τον σχεδιασμό για το μέλλον. Αλλά αυτά είναι μερικά από τα θέματα που σίγουρα θα παρακολουθήσουμε με ενδιαφέρον να εξετάζονται στο επίπεδο του G7.

Ο διάλογος με τον Ian Bremmer

Aπό την πλευρά του, ο Πρόεδρος του Eurasia Group, Ian Bremmer, σημείωσε ότι η Ελλάδα πέρασε μια μεγάλη ύφεση «που ήταν βαθύτερη και ευρύτερη από την “Μεγάλη Ύφεση” στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και οι πολίτες της χώρας γνώριζαν, και ο ίδιος το γνώριζε ως Πρωθυπουργός, όταν έπληξε την Ελλάδα αυτή η πανδημία, ότι δεν υπήρχε περιθώριο σφάλματος. Έτσι, άντλησαν πραγματικά διδάγματα από μια εντελώς διαφορετική κρίση στην οποία έπρεπε να ανταποκριθούν αμέσως βασιζόμενοι στους ειδικούς και στην επιστήμη χωρίς πολιτικαντισμό, για να μπορέσουν να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά με ένα σύστημα υγείας που επί της αρχής δεν ήταν σε ικανό να χειριστεί ένα χτύπημα τέτοιου είδους, το οποίο θεωρητικώς οι Αμερικανοί θα έπρεπε να ήταν σε θέση να διαχειριστούν».

Στη συνέχεια, ο κ. Bremmer ρώτησε τον Πρωθυπουργό αν στην Ευρώπη, στις Βρυξέλλες και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έχουν αντλήσει διδάγματα από την κρίση, την οποία όπως είπε «απέτρεψε με επιτυχία η Ελλάδα», σε ένα βαθύτερο και πιο διαρθρωτικό επίπεδο.

Ο Πρωθυπουργός απάντησε με τα εξής:

Σε ευχαριστώ Ian για τα καλά σου λόγια. Η ελληνική εμπειρία είναι κατά ένα τρόπο μοναδική, γιατί περάσαμε τόσο πολλά την τελευταία δεκαετία, αλλά πιστεύω ότι μια ενδιαφέρουσα πτυχή αυτής της ιστορίας είναι ότι βγήκαμε πιο δυνατοί. Η Δημοκρατία μας πιστεύω ότι είναι τώρα πιο ισχυρή, κι επομένως δεν πρέπει να θεωρείται προδιαγεγραμμένη εξέλιξη ότι οι οικονομικές κρίσεις αναπόφευκτα οδηγούν σε αυταρχικές αντιδράσεις. Δεν συνέβη στην Ελλάδα.

Αλλά πιστεύω ότι υπήρχε, σίγουρα, μια στιγμή που η Ευρώπη, ιδίως η Βόρεια Ευρώπη, και συγκεκριμένα η Γερμανία, συνειδητοποίησε ότι έγιναν λάθη στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας και ότι απλά δεν μπορούσαν να επαναληφθούν. Έτσι, χρειάστηκε πραγματικά να αναλάβουμε τον κίνδυνο να ξοδέψουμε περισσότερα -η ΕΚΤ το κατάλαβε αμέσως- και στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής. Επί της ουσίας ήμασταν πρόθυμοι να πούμε ότι “δεν μπορούμε να αφήσουμε χώρες όπως η Ελλάδα να επιβαρυνθούν με επιπλέον χρέος, ας αναλάβουμε αυτό χρέος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και ας δώσουμε σε αυτές τις χώρες τη δυνατότητα να ξοδέψουν χρήματα, να επενδύσουν χρήματα, αλλά να το κάνουν με σύνεση ώστε να διασφαλίσουμε ότι θα ξεπεράσουν την κρίση, αλλά θα προωθήσουν επίσης τις σημαντικές αλλαγές που βρίσκονται στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ατζέντας”.

Και πιστεύω ότι η πραγματική πρόκληση τώρα είναι να βεβαιωθούμε ότι κάνουμε σωστή χρήση των διαθέσιμων πόρων. Αυτό πιστεύω επίσης ότι θα καθορίσει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά πόσον (ο κοινός δανεισμός) είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε μια μόνο φορά ή εάν είναι κάτι που θα μπορούσε να επαναληφθεί στο μέλλον. Πρέπει λοιπόν να αποδείξουμε όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στους Έλληνες πολίτες ότι τα χρήματα που όντως αντλήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά τη διάρκεια της πανδημίας αξιοποιούνται με τον κατάλληλο τρόπο, ειδικά όταν πρόκειται για την πράσινη μετάβαση, όπου έχουμε μια πολύ τολμηρή ατζέντα.

Αποφασίσαμε να κλείσουμε περισσότερα εργοστάσια ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα έως το 2023, κάτι πολύ τολμηρό, με δεδομένο το βαθμό εξάρτησής μας από τον λιγνίτη. Φυσικά, χρειαζόμαστε πόρους για να χρηματοδοτήσουμε τη μετάβαση και να διασφαλίσουμε ότι θα συμβεί με δίκαιο τρόπο. Πιστεύω λοιπόν ότι το διακύβευμα σε αυτό το ζήτημα είναι και η ικανότητα -όχι μόνο της Ευρώπης- αλλά και των κρατών μελών να καταστούν σε εθνικό επίπεδο πιο ανταγωνιστικά, να τηρήσουμε τους στόχους μας.

Θέλουμε να γίνουμε η πρώτη ήπειρος που θα γίνει κλιματικά ουδέτερη το 2050, αλλά φυσικά αυτό δεν θα συμβεί μόνο σε εθνικό επίπεδο. Και έχουμε μια μεγάλη συζήτηση μπροστά μας. Περιμένουμε τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πώς θα επιτύχουμε αυτόν τον στόχο; Ασφαλώς χρειαζόμαστε πρόσθετη χρηματοδότηση για να τον πετύχουμε και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι το κάνουμε με τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή.

Ορισμένες από αυτές τις προκλήσεις πιστεύω ότι έγιναν απολύτως κατανοητές -αυτό μπορώ να σας το πω με ασφάλεια- στο επίπεδο του Συμβουλίου, γιατί περάσαμε ώρες, μέρες εν τέλει, σκεπτόμενοι ξανά και ξανά το (ως τότε) αδιανόητο και πιστεύω ότι όλοι συνειδητοποιήσαμε ότι αυτά τα γεγονότα που τα ονομάζουμε “μαύρους κύκνους” δεν είναι στην πραγματικότητα απρόβλεπτα -πολλοί άνθρωποι μιλούσαν γι αυτά αλλά κανείς δεν άκουγε.

Επομένως, δεν έχουμε την πολυτέλεια να μην είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε ζητήματα στρατηγικής αυτονομίας, επενδύοντας, όπως είπατε, όχι μόνο στην υγειονομική περίθαλψη, αλλά και στη δημόσια υγεία μας. Αυτό που ρωτούσα πάντα τους γιατρούς στις ΜΕΘ ήταν ποιοι είναι οι άνθρωποι που αρρωσταίνουν βαριά. Και, ξέρετε, υπήρχε σαφής συσχέτιση μεταξύ της παχυσαρκίας και της υψηλότερης πιθανότητας να νοσήσει κάποιος βαριά. Δεν πρόκειται μόνο για την πανδημία, αλλά και για τις ασθένειες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής μας.

Ίσως, ξέρετε, η Ελλάδα να έχει κάτι να διδάξει τον υπόλοιπο κόσμο όσον αφορά την έννοια του μέτρου. Όπως γνωρίζετε, η μεσογειακή, η ελληνική διατροφή και ένας υγιεινός τρόπος ζωής, αποτελεί σίγουρα ένα κεφάλαιο που σχετίζεται και με την έξοδο από μια υγειονομική κρίση.

-> Ακολουθήστε το GreekNews.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αφήστε ένα σχόλιο:

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ